Mani (GRC)
Έντεκα Εικοσιπέντε (Enteka Eikosipente)
[Verse 1: Tsaki, Mani]
Ξαπλωμένος στο κρεβάτι αφήνω το σώμα μου χαλαρό για να μουδιάσει
Βελόνες κατά μήκος προκαλούν μυικές συσπάσεις
Με σκοπό να προκαλώ το πνεύμα μου στο να αποδράσει
Εκεί που η λογική τελειώνει ξεκινούν άλλες διαστάσεις
Βρισκόμενος σε μία, παράλογη ηρεμία
Αφήνω το σώμα με το δωμάτιο εν αρμονία
Μην καταλάβουν οι ψυχές γιατί γι' αυτές είναι σαννα ζουν 2 φορές εις βάρος μου κι εγώ καμία
Όταν σου δίνεται ευκαιρία
Τα χέρια ως τις άκρες είναι κρύα, δεν το νιώθεις όμως σίγουρα κάθε σου αρτηρία
Είναι κι η μόνη μαρτυρία ότι είσαι απών στην ουτοπία
Χαμένος σε μηδενικά πίσω από κάθε φαντασία (yaw, yaw, yaw)
Όταν το σώμα σου πάνω απ’ το αληθινό αιωρείται

[Verse 2: Μάνι]
Και δε σ’ ακούει κανείς!
Ό,τι αγάπησες σιχάθηκες τώρα που όλα γυρίζουν
Ακόμα και οι δικοί σου δεν σε προσεγγίζουν
Της πόλης το στόμα ανοιχτό, όσοι νομίζουν και δεν είναι σίγουροι γι αυτά που λένε το γνωρίζουν
Όσοι φοβούνται να μιλήσουν θυμούνται κάθε κακή τους ανάμνηση μόνο
Ως αποτέλεσμα το κεφάλι τους σκύβουν και με κοιτάνε παράξενα
Φαίνομαι αλλόκοτος ανάμεσα στο πλήθος τους γιατί κοιτώ κατάματα, το
Τοποθετώ-θετώ το πυροδοτώ και μετά πετώ, αφήνω εγκαύματα!
Μέρος της πόλης που κοιμάται τα χαράματα, ζωντανεύει τη νύχτα
Είναι η χώρα των θαυμάτων η Αθήνα, για κοίτα, για κοίτα
[Verse 3: Styl Mo]
Μέσα στα μάτια, ναι, μέσα στα μάτια
Όσο ανεβαίνω του πόνου τα σκαλοπάτια
Δεν είδα ποτέ μου φάτσα κομπλέ, μονάχα κάποια ύπουλα
Κι ο χρόνος να κάνει πισωγυρίσματα
Ύποπτα βήματα να πλησιάζουνε δίπλα σ' εμέ
Μη με σκέφτεσαι γρήγορα πράξε, όπου και να ‘σαι ψάξε με
Οι δρόμοι μας χωρίζουνε κάπου και καλά να ‘σαι, και καλά να ‘σαι
Πληγές γεμίσανε τον κόσμο, η πόλη ναρκωμένη μένει μέχρι κι ο άνθρωπος σου θα στη φέρει κάποτε, να με θυμάσαι, ναι, να το θυμάσαι
Βλέπει το τρίτο μάτι, όλοι μιλούν μέχρι ν’ αντέξουν αφού θελήσανε μαζί μου να μπλέξουν, σκάρτοι, ρουφιάνοι, πούλο από τον κράχτη
Bong Da City, αγκάθι, αγκάθι

[Verse 4: Inka]
Πάνω στο χέρι μου το μικρόφωνο σου μετατρέπεται σε στάχτη
Αναμετάδοση απ’ άκρη σ’ άκρη
Κινούμενος στόχος μέσα στον χάρτη για τον καθένα που νομίζει πως κράζει, δεν υπάρχει λόγος
Τα χέρια μου σταυρώνω γιατί αν τα ανοίξω θα μυρίσει πόνος, όλος
Όλος ο κόσμος όλος είναι μόνος
Αδιάσπαστος για τα προβλήματα μας είναι ο χρόνος κι αν τολμήσεις να βρεθείς μπροστά μου είναι γιατί θα ‘σαι κληρονόμος
Της μουσικής σκηνής ο μετρονόμος είμαι για πολλούς MC's
Ο λόγος που δεν κοιμούνται τα βράδια είμαστε εμείς
Και κοίταξε να το πεις
Πως σας έχω όλες ένα τετράστιχο εξ επαφής

[Verse 5: Ε.Π.]
Κι επειδή, μ' ένα δάκρυ άκρη δεν ψάχνω να βρω, οπλίζω, επαναφορά, το ύφος μου αποκρουστικό
Κρουστικό, κρούει συναγερμό, ανοίγει το έδαφος στα δυό
Και καταπίνει ανεξέλεγκτα τον όχλο, τον κάθε στόχο, τον κάθε φόβο
Μέσα στις φλέβες μου καυτό κυλάει και ρωτάνε αν το ‘χω, στήνετε κώλο
Βλέπεις τους έδωσα αυτόν τον ρόλο
Να 'ναι πρωταγωνιστές στην παράσταση που τους έχω όλους σόλο
Μολονότι δεν κατέχουνε τον ήχο, τον στίχο, ανάσα
Οι ίδιοι ποζεράδες με την ίδια μάσκα
[Verse 6: Κακοήθης]
Κι έχω τους δαίμονες, ακόμη παρέα
Κι άσχημα νέα γιατί έκρυψε την τόσο όμορφη θέα
Τελευταία ακούς μηνύματα δίχως αποστολέα
Σ’ όσους ύψωσαν πάνω απ’ την πόλη τη μαύρη σημαία
Είναι φορές, ειλικρινά, που δεν έχω καμιά ιδέα στο γιατί
Να σκοτώσω αυτό που ονόμασες γιορτή
Είναι στιγμή να πουν αλήθεια τα στόματά τους, τα πτώματά τους
Γυρνάνε μα δε θα βρεις ποτέ τα αποτυπώματα τους
Σε λεπτή γραμμή σωστού και λάθους τ’ ασκώ
Σ’ αυτήν την πόλη την αγάπη εγκλωβίσανε σε μπετό
Γι' αυτό πετώ, γι' αυτό αφήνω εσένα να φιλάς σταυρό
Κρατάω μονάχα τον δικό μου αδερφό, καρδιά, μη σβήνεις