ΒΗΤΑ ΠΕΙΣ | VITA PEIS
Το Δέλεαρ (To Delear)
Απ'έξω αντίκρισα τα φώτα σου, ακάλεστος περνάω τη πόρτα σου
Κάθε περιπλανώμενος που φτάνει εδώ ανυποψίαστος αφού τον συνεπάρεις
Γιατί εσύ, έρχεσαι να δώσεις ζωή μ'αντάλλαγμα ζωή να πάρεις
Το γιατί θα σε ψάξω είναι βαθύ μα θα τολμήσω, θα σκάψω
Δε δακρύζει η μάσκα, η καρδιά πλημμυρίζει, θυμάται και καπνίζει
Εν τάχει η ζωή, με άγχοι, χρόνια η μάχη με τη σιωπή μα η δράση δεν αργεί
Κοντράρω τη φωτιά, χαζεύουν απ'την όχθη, με πνίγουν πόθοι, κρατάω απ'το λαιμό τον όφι
Δειλοί στην ομορφιά με τάση για φυγή, κρίση της τέχνης κρίση, η φύση μου απειλεί
Ξεθύμανα από μίσος, διαφέρω απ'το πλήθος, ο γρίφος, φέρω το ξίφος
Το δέλεαρ μου λέει να το ξανατολμήσω, έπεσα, έκανα πίσω μα θα γυρίσω
Πέρα από μια ζωή μονόχρωμη, στροφή απότομη να σε ξαναγνωρίσω
Θες να με μεθύσεις; Στου ποτηριού το πάτο κρύβονται οι απαντήσεις, μικρές μου αναζητήσεις
Ο κόσμος, υπόθεση πολύ προσωπική, μ'άλλα μάτια κοιτάω εγώ, μ'άλλα μάτια κοιτάς εσύ
Οδηγεί σε νάρκη, ένα τυφλό γαϊτανάκι, στη μέση δεν υπάρχει κοντάρι υπάρχει ανάγκη
Οιδιπόδειο, έλκομαι, σε θέλω ετέρα μου, φοράς την ίδια θηλιά που φορούσε στο λαιμό η μητέρα μου
Μαγικό μου χάπι, πεντατονική μου αγάπη, η καρδιά μου σου ανήκει, μετά θάνατον διαθήκη
Σκοτώνουμε τη λύπη, ανεβαίνουν οι χτύποι και γελάς που χαιρετάω τη λογική που εγκαταλείπει
Θυμάμαι βράδια τα αυστηρά σου χάδια, στα γυρνούσα, σ'ακουμπούσα γόνιμη εγκυμονούσα
Κυοφορείς δικό μου γόνο με μια υπόσχεση μόνο, η φωνή μου να ταξιδεύει για πάντα μες το χρόνο

Και από το σκότος ανασταίνω το φως του κεριού, την ουλή του μαχαιριού
Και ενώ τα γράφω ξεθυμαίνω, γελάω, κλαίω, γερνάω, γυρνάω, λέω
Προχώρα μη φοβάσαι, ανηφόρα απότομη, γκρεμός σχεδόν, μια σταθερή πέτρα πιάσε
Τη παρτιρούρα κάτω γράψε και ψάξε πέρα από μια ζωή μονότονη

Εκεί, εκείνη σε κοιτάζει, τα χείλη της μαγνήτης, το βλέμμα της αταξία στη τάξη
Να σε αιχμαλωτίσει μπορεί και να γίνει φωτιά να σε κάψει
Αν κάτι σε χαλάσει μπορεί να σε φτιάξει, μαζί της κολλάς και μπορεί να σε σπάσει
Μη φοβάσε τη δράση, είναι τρελός οδηγός η ζωή με το πόδι στο γκάζι
Κανείς δε φωνάζει για φρένο, δε σε ξέρω δε με ξέρεις, με θέλεις και σε θέλω
Παρά ταύτα, καιγόμαστε απότομα σαν αποτσιγάρου καύτρα
Ερωτευόμαστε και πέφτουν άστρα, παραμονεύει ο κίνδυνος, το δέλεαρ, η φάρσα
Με μια ανάσα, με μια βαθιά ανάσα, παίρνω κουράγιο και σε κοιτώ μες τα μάτια
Σ'ακολουθώ τυφλά ξενύχτης, στους δρόμους που μου δείχνεις
Χαμηλό οπτικό πεδίο, ομίχλη, στον αναλογικό σου κόσμο τα ψηφιακά μου ίχνη
Ίχνη που εσκεμμένα άφησα, να ξέρουν και άλλοι ταξιδιώτες ότι εδώ περπάτησα
Και γνέφεις, χαμογελάς γλυκά καθώς με καταστρέφεις
Ο συγγραφέας παραδίδεται στη τρέλα, γελάς όπως σκοτώνει τους ήρωες στη νουβέλα
Ενός λεπτού σιγή απ'τον ψεύτη, για κάθε ήρωα που πέφτει
Ζω δυο ζωές, στη μία είμαι νεκρός, το βράδυ ξαπλώνω πλούσιος, το πρωί ξυπνάω φτωχός
Μακάρι οι φτωχοί να μην είχαν μόνο για ρεύμα, το δέλεαρ, μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύμα
Και από το σκότος ανασταίνω το φως του κεριού, την ουλή του μαχαιριού
Και ενώ τα γράφω ξεθυμαίνω, γελάω, κλαίω, γερνάω, γυρνάω, λέω
Προχώρα μη φοβάσαι, ανηφόρα απότομη, γκρεμός σχεδόν, μια σταθερή πέτρα πιάσε
Τη παρτιτούρα κάτω γράψε και ψάξε πέρα από μια ζωή μονότονη

Απ'έξω αντίκρισα τα φώτα σου, με οδηγείς, εσύ με κατευθύνεις
Ακάλεστος περνάω τη πόρτα σου, ΒΗΤΑΠΕΙΣ τα μονοπάτια που μου δείχνεις
Κάθε περιπλανώμενος που φτάνει εδώ ανυποψίαστος αφού τον συνεπάρεις
Μουσική έρχεσαι να δώσεις ζωή μ'αντάλλαγμα ζωή να πάρεις