[Verse 1]
Αθήνα, πόλη που περνάνε όλοι φίνα
Κρησφύγετο για πλούσιους, φτωχούς και μαύρο χρήμα
Εδώ θα βρεις ρετσίνα και χοντ ντοκ απ' την καντίνα
Χλιδάτα ρεστοράν, σούσι, μους αλλά και πείνα
Αθήνα, πόλη που περνάνε όλοι φίνα
Λατρεύουνε τη μόστρα, το φραπέ και τα κλαρίνα
Εδώ θα βρεις σαΐνια με δερμάτινα λουστρίνια
Και αρτίστες με λαγούρια και λαμέ στα καμαρίνια
Νύχτα στην Αθήνα είναι πάντοτε ωραία
Χιλιάδες φώτα, γκόμενες που βγαίνουνε παρέα
Στα μαγαζιά ο κόσμος γλεντάει ως τις εννέα
Κι όταν βγει ο ήλιος παίρνει άδεια απ’ τη σημαία
Διάθεση ακμαία και μια βόλτα τελευταία
Ζευγάρια αγκαλίτσα στο Λυκαββυτό με θέα
Σε μια πόλη που την πνίγουν κάθε μέρα πιο πολύ
Οι γιάπηδες, οι δήθεν κι οι μαλάκες οδηγοί
[Chorus]
Μες τον τεκέ αυτής της πόλης που έχω μάθει να ζω
Να καταπίνω ότι με πνίγει και να λέω ευχαριστω
Ψάχνω άλλα λόγια να βρω, μα δεν μπορώ να τα βρω
Γι' αυτό έχω μάθει στο κρασί μου να του ρίχνω νερό
[Interlude]
Αθήνα, 2004, Κηφισός, τρεις η ώρα το μεσημέρι
[Verse 2]
Μισή ώρα στο φανάρι κι άλλη μία στο ποτάμι
Ξοδεύονται οι μέρες κι η ζωή πάει χαράμι
Εμένα δε μου φτάνει, δε μου φτάνει, δε μου φτάνει
Γι' αυτό παραφυλάω σαν τη σφαίρα στη θαλάμη
Η Αθήνα είναι πλάνη, είναι πλεχτάνη, είναι χαρμάνι
Ρώσοι, Αλβανοί, Βούλγαροι, Πόντιοι, Ρουμάνοι
Βάζελοι, χανούμια, γαύροι κάτω στο λιμάνι
Ροκάδες, κιριλέδες και χιπ χοπ βετεράνοι
[Chorus]
Μες τον τεκέ αυτής της πόλης που έχω μάθει να ζω
Να καταπίνω ότι με πνίγει και να λέω ευχαριστω
Ψάχνω άλλα λόγια να βρω, μα δεν μπορώ να τα βρω
Γι' αυτό έχω μάθει στο κρασί μου να του ρίχνω νερό
[Verse 3]
Ξένε καλωσήρθες, εδώ είναι ο παράδεισος
Όπως της γυναίκας η ψυχή είναι μια άβυσσος
Άβυσσος και δω, ζωή είναι αυτή που κάνω;
Τρέχω απ’ το πρωί σαν το Βέγγο και δε φτάνω
Ψήνομαι, βράζω στο ζουμί μου όλη τη μέρα
Χειρότερη μου μέρα είναι πάντα η Δευτέρα
Συνέχεια ονειρεύομαι πως κέρδισα το λόττο
Και λίγο πριν εισπράξω, ξυπνάω ρε γαμώτο
Γαμώτο έχει κίνηση, γαμώτο έχει πορεία
Γαμώτο δε με πήρε στο τηλέφωνο η Μαρία
Γαμώ τα λεωφορεία και την κυκλοφορία
Γαμώ και τα φανάρια και τι σιντοπειρατεία
Ανοίξ' τε μου τη πόρτα για να φύγω δεν αντέχω
Γιατί σε μια κλωστή από την τρέλα απέχω
Να φύγω τώρα θέλω όσο ακόμα είναι νωρίς
Εδώ και δέκα χρόνια μπορώ ότι δεν μπορείς
[Chorus]
Μες τον τεκέ αυτής της πόλης που έχω μάθει να ζω
Να καταπίνω ότι με πνίγει και να λέω ευχαριστω
Ψάχνω άλλα λόγια να βρω, μα δεν μπορώ να τα βρω
Γι' αυτό έχω μάθει στο κρασί μου να του ρίχνω νερό