Taf Lathos
Είναι Μια Ιστορία (Einai Mia Istoria)
[Intro: Sample & Άυλος 542]
Είναι μια ιστορία, που κάθε φορά το τέλος της οδηγεί στη μέση. Ή, κάπως, στην αρχή της. Στις ίδιες [;]. Και στις ίδιες πάντα σκέψεις. Δεν είμαστε [;]
Είναι τα Μάτια Των Πνιγμένων...
[Verse 1: Άυλος 542]
Στραβά κι ανάποδα σαν κάτεργα, ανάπαυλα μοιράζοντας εικόνες κι ενοχές
Θαμώνες μόνιμοι στις έρημες μεριές της πόλης
Σπίτια, φυλακές και κλινικές, λευκά κελιά
Χαμένα όνειρα, νεκρά στις γειτονιές μαύρα πουλιά
Παράσιτα, μισά κομμάτια άστητα
Ληγμένα στο περίσσεμα, καπνός, χαρτί και πένα
Δεδομένα γράφοντας το θέμα, μη μου πεις άλλο ένα ψέμα
Προσκυνάς το ρέμα, βλέποντας μόνο κλωστές
Άδειες οροφές, καμβάδες ματωμένοι
Παρατηρητές δεμένοι στην παράκρουση
Αν βγαίνει κάτι κράτα για μετά
Δε μ' ακουμπά, κρατώ το βλέμμα χαμηλά
Να μην ξανακολλήσω πίσω και στα αρχίδια μου αν δε σε πείσω
Μένω πάντοτε στο τελευταίο τραίνο
Σε άγνωστο προορισμό, σταθμό υπόγειο εκπροσωπώ
Για 'μένα και τ' αδέρφια μου, μικρόφωνο ανοιχτό
Φέρνοντας ίλιγγο, ακραίο υλικό σε τελικό επίπεδο
Μένει ακλόνητο στο δρόμο, άυλος δηλώνω
Με συντρόφους δαίμονες, μορφές που σκάν' από το πουθενά
Άφθαρτη υπόσταση στου χρόνου τη φθορά
Είναι άφθαρτη υπόσταση στου χρόνου τη φθορά
07, 07, άφθαρτη υπόσταση στου χρόνου τη φθορά
[Verse 2: ΔΠΘ]
Μάθε πως είμαι εδώ για 'σένα, για 'μένα
Που αλλόκοτα το σύραμε ως το τέρμα αφηρημένα
Του ογδόντα γεννηθείς μιλάν σε νιάτα αρρωστημένα
Είναι τόσα πολλά αυτά που θυμάμαι
Είχε χρώμα ζωής που ανακατεύονταν μέσα στο συνωστισμό κι άγγιζε χώμα
Σαν να 'μουνα εννιά χρόνια σε κώμα
Νοιώθω σαν να με κυβερνάει το σώμα
Η αλήθεια είναι ποτέ δεν τελειώνεις οριστικά μ' αυτήν τη βρώμα
Μπορείς τουλάχιστον αν θες να 'σαι απ' έξω
Ορκίστηκα πως δε θα ξαναμπλέξω, μα ποτέ δεν ξέρεις, μη γίνεσαι απόλυτος
Δεν πρόκειται να πας και πολύ μακριά όντας ανόητος
Μες στο μυαλό μου εξασθενεί σιγά σιγά αυτός ο πόλεμος και βρίσκω πάτημα
Χτίζω θεμέλια, φιλίες, οφέλη, ασχολίες, ιστορίες, βήματα μοναχικά και πλάι στ' άλλα σε πορείες
Όλοι μεγαλώνουμε μ' αδυναμίες, κρύβουμε φοβίες
Απώτερος σκοπός της ύπαρξής μας ν' απορροφάμε εμπειρίες
Να ονειρευόμαστε απ' τις τέσσερις της Γης γωνίες
Ψηλά ανεβαίνει πάνω απ' τις ταράτσες. δίνοντας όγκο στις πολυκατοικίες
Στάσου δίπλα μου να τα βλέπω να γίνονται σκόνη
Στην πόλη που κατάντησαν όλοι να νοιώθουν μόνοι, ξύπνιοι μπροστά στην οθόνη
Γόνοι αυτοκαταστροφής της ύπαρξής μας
Έλα μαζί μας, ζωής στιγμές αναβιώνει η μουσική μας
Τώρα πια η καρδιά μου μόνο μεγαλώνει
Μοιάζει χαρά στη φάτσα ενός πιτσιρικά που μόλις έμαθε σε δέντρα πώς να σκαρφαλώνει
Λάμπει σαν χιόνι, σαν τις φωτιές που καίν' τις νύχτες σε στενά
Στις γειτονιές πάλι φουντώνει, πάλι φουντώνει, πάλι φουντώνει η φωτιά και καίει ακόμη
[Outro: Sample]
Είναι μια ιστορία, που κάθε φορά το τέλος της οδηγεί στη μέση. Ή, κάπως, στην αρχή της...