12os Pithikos
Στέβια (Stevia)
[Verse 1: Σοβαρότις Μηδέν]
Στη χώρα με τη στέβια, στη χώρα που νηστεύει
Που κάθε ράπερ είναι ο καλύτερος πιστεύει
Δεν έχω επαφή με τους μαλάκες εντελώς
Ανέπαφων σαφώς, ανέπαφο σαν POS
Ζω στη Θεσσαλονίκη και Δευτέρα κατεβαίνω λαϊκή
Όλοι πιστεύουν στο Θεό, γι' αυτό τα νοίκια είναι εκεί (στο Θεό)
Τ' αφεντικά κάνουν συστάσεις επειδή 'κονομάνε
Και τα αστικά κάνουνε στάσεις επειδή μας γαμάνε (μα)
Σε εκείνο το πανεπιστήμιο που βρήκες ταίρι
Βρήκες ενάμισι ευρώ πεσμένο από βέρι
Κι είπες πως είσαι τυχερός μια μέρα μεσημέρι
Από τα Yes και τα 4All μ' έναν καφέ στο χέρι
Το ίδιο βράδυ πήγες στη δουλειά που πας αργίες
Έριχνες τα μπαχαρικά μαζί με Παναγίες
Μα οι ταπεινοί και πεινασμένοι μαγειρεύουν χρέη
Κι έτσι κατάλαβες γιατί αυτό το ραπ τους καίει
Ήρθε το ρεύμα, το νερό και θα ξανάρθει νοίκι
Βρόμικος σαν ήρωας από τα παιδικά μου χρόνια
Μες στο τσιμέντο ποντικός, μα δεν πεθαίνει ο Μίκυ
Γράφω τους στίχους στους 60 για λευκά σεντόνια
Είμ' ο Δημήτρης, καθαρίζω και σκουπίζω και ποτίζω και φροντίζω το hip-hop σε χώμα άγονο
Κι εντυπωσιάζω μαθηματικούς αφού όταν θέλω να ηρεμώ κάνω έναν κύκλο το τετράγωνο
Και βγαίνω λες και παίζω στα ραδιόφωνα
Περπατάω με ύφος και ραπάρω χαμηλόφωνα
Κι άμα αυτά τα λόγια παίξουνε σε κινητά
Οι ράπερς όλοι τους σαν screenshot την πατήσανε ταυτόχρονα
Πώς θα ραπάρεις όμως, bro, μ' ένα καυλί στο στόμα;
Τώρα που το 'χεις κάνει screenshot το 'χεις κάνει εικόνα
Πλήρωσες για Spotify, μπράβο
Γι' αυτό το κάναν πράσινο για να μοιάζει με κάδο
Ίσως και να 'χεις δίκιο τελικά
Αυτό το ραπ σαν μυωπία, θα μας φέρει πιο κοντά
Εδώ όταν γνώρισα τον Άκη του είπα «Βρήκα τον ρουφιάνο»
Αυτόν που ψάχνει 15 χρόνια στην Καλαμαριά
Μα στην Ελλάδα έχουμε κώλο και κυβέρνηση του κώλου
Όπως και σοβαρότερα προβλήματα από 'σένα και το να παρεξηγιέσαι με το unfollow
Το ραπ μου έχει χαρακτήρα, bro, και δε σε πάει καθόλου
Δε θα μιλούσα για το ραπ τους αν δεν ήταν εγχώρια
Η νομική και η πουτάνα όμως θέλουνε μόρια
Φέρνω τη παλάμη μου με δύναμη στο μέτωπο όταν λένε για εμπόρια
Χρυσό που φόρεσε από κόκα κι είναι ράπερ θεωρεί
Δεν έχουν δει αυτόν τον στίχο, μα η μαμά μου θωρεί
Το δόντι λάμπει, μα η μουσική σου πλέον δεν μπορεί
Είναι σαν camping, ποια είναι η σκηνή σου, μωρή;
[Verse 2: 12ος Πίθηκος]
Ζούμε από τύχη σ' αυτό το μπουρδέλο
Πίστεψέ με, είμαστε όλοι μας τρελοί
Είναι βράδια που με πιάνω να γελάω σαν τον Joker
Όταν σκέφτομαι πώς θα ήτανε να καίω την Βουλή (χαχαχαχα)
Τριγυρνούσα μ' ένα δίευρο στην τσέπη
Και σκεφτόμουν πως αυτή η χώρα θα με κάνει κλέφτη
Μα τα κατάφερα και ζω απ' τη μουσική
Χωρίς κανένας καριόλης εκεί έξω να με βγάλει ψεύτη
Σ' αυτήν τη ζούγκλα όλοι θέλουν να σε φάνε
Υπάρχουν δυο είδη, θηράματα και κυνηγοί
Γι' αυτό γίνομαι κτήνος όταν χρειαστεί
Γιατί στη ζούγκλα, ποντικάκι, κανένας δε συγχωρεί
Θα σε φάω, ο λόγος μου είναι σφαίρα
Πάρε το υπεροπτικό σου υφάκι και τράβα πιο πέρα
Που είσαι εθισμένος παθολογικά στο ψέμα
Η μαλακία σου, Έλληνα, εξαπλώνεται σαν χολέρα
Από γονείς στα παιδιά, από γενιά σε γενιά
Νυκοκοιραίοι, ρομποτάκια, πονηρά αφεντικά
Θα καείς, θα πλημμυρίσεις, θα πνιγείς στα σκατά
Και μετά από δυο 'βδομάδες θα 'ναι όλα καλά
Ζω σε μια γυάλα γεμάτη με χρυσόψαρα
Η μνήμη τους κρατάει μόλις δύο δευτερόλεπτα
Τουλάχιστον δε βαριέμαι ποτέ αφού με εκπλήσσουν
Κάθε φορά που λέω πως δεν πάει χαμηλότερα
Γαμώ το συνάφι σας
Ο Θεός έχει χεσμένο το χρυσάφι σας
Ο γιος Του είπε αν έχεις δύο, δώσε το ένα
Μα εσείς, κωλότραγοι, τα θέλετε όλα για πάρτη σας
Κοίτα τη δουλίτσα σου, βολέψου και κοιμήσου
Ίσως ένας μπάτσος αύριο να σκοτώσει το παιδί σου
Αν δεν είναι το δικό σου, όλα καλά
Θα συνεχίσεις με αδιαφορία τη μίζερη ζωή σου
«Ωχ, πια ο 12ος, τα ίδια και τα ίδια
Με το κράτος και την κοινωνία μας ζάλισε τ' αρχίδια»
Μπορεί και να 'χεις δίκιο τελικά
Μα προτιμώ να 'μαι τσοπάνης απ' το να 'μαι με τα γίδια
Να πά' να γαμηθεί αυτός ο κόσμος
Το μόνο σίγουρο πως δε θα τον αλλάξω εγώ
Τουλάχιστον όσο αναπνέω προσπαθώ
Στο μπουρδέλο που σαπίζει να μη σαπίσω κι εγώ