ΒΗΤΑ ΠΕΙΣ | VITA PEIS
Μεταμεσονύχτια Αναζήτηση (2006)
Ο δρόμος μου...
Ακόμα κι αν φαίνεται μακρινός
Κουράγιο μου...
Ακόμα δε χάθηκες ευτυχώς
Αλήθεια μου...
Βαθιά σε κρατώ σα να ‘σαι χρυσός
Μόνος μου οδηγός
Ακολουθώ σα να ‘μαι τυφλός
Ο δρόμος μου...
Ακόμα κι αν φαίνεται σκοτεινός
Κουράγιο μου...
Δε μ’ έχεις αφήσει, γίνεσαι φως
Αλήθεια μου...
Ο δρόμος τελειώνει, μένει απλά η θύμιση απ’ το ψέμα καθώς φτάνω την απόλυτη αφύπνιση
Φορτσάτος:
02:15 μεταμεσονύχτια αναζήτηση
Το στυλό μου αναμεταδίδει ζωντανά...
Από την καρδιά μου σ’ απευθείας σύνδεση
Αιμορραγώ στο χαρτί βγαίνουν συναισθήματα
Ειν’ απ’ τις νύχτες που ο Πάρης μόνος νιώθει
Ο ύπνος δε με παίρνει κάτι μέσα μ’ ενοχλεί...
Και βγαίνω βόλτα
Ένα παλτό παίρνω μαζί να με ζεσταίνει
Μονάχος περπατώ τις κρύες νύχτες του Δεκέμβρη
Δρόμοι άδειοι
Στην Πατησίων απλώνεται σκοτάδι...
Κι ειμ’ εδώ ξανά, γυρνώ ξανά
Μοναδικό σημάδι της αφύπνισης το φως ανατολής κι εγώ ακολουθώ ξανά τη γνώση της στιγμής...
Βήμα με βήμα
Κάθε σκέψη σα χειροβομβίδα εκρήγνυται μες στο μυαλό μου
Φόντο η Αθήνα
Ερωτήσεις χιλιάδες όσο σκέφτομαι θα μαζευτούν
Το πρόβλημα δικέ μου, οι απαντήσεις θα βρεθούν...
Τι ζητάνε οι εταιρείες και προσφέρουνε συμβόλαια
Παγίδες κρύψαν μέσα να μας δέσουν χειροπόδαρα
Τα υπέγραψα, τα έσκισα προτού να την πατήσω
Ότι είμαι underground δεν ξέχασα
Εκεί θα συνεχίσω
Καλλιτέχνες της κακιάς ώρας γιατί μας προσεγγίζουν...
Δίπλα μας αποσκοπούν να σταθούν να ορθοποδήσουν
Να μου λείπει
Χέρι βοηθείας δε δίνω πια
Οπου το έδωσα με δάγκωσαν γι’ αυτό έχω κρύα καρδιά
Που είναι οι φίλοι, που είναι η αγάπη
Υπάρχει μίσος στον πλανήτη
Ποιά είναι η αλήθεια τελικά
Πες μου που χάθηκες ειρήνη
Που είναι η τόλμη, που το θάρρος
Γιατί το κράτος είναι τάφος
Οι πολιτικοί όλο ψεύδονται και κονομάνε εις βάρος...
Περπατώντας οι ερωτήσεις το μυαλό τρυπάν σα σφαίρες
Οι απαντήσεις, σ’ ό,τι ψάχνω
Μοιάζουν εξαφανισμένες...
Μα ακόμα κι αν η ερώτηση ήταν αν θα πεθάνω
Θα ‘μουν στον ίδιο δρόμο
Στην ίδια πόλη
Απάντηση να ψάχνω
Hatemost:
Μέσα σε ρυθμούς της πόλης που βαδίζω, ακόμα υπάρχω...
Αναλαμβάνω και πιάνω τιμόνι
Φώτα ξημερώνουνε την πόλη
Φωτισμένοι δρόμοι δέχονται τον άνθρωπο που τους πληγώνει
Κάθε βήμα μου
Βήμα στην απάτη που σκοτώνει κάθε βήμα στάσιμο που την έκφρασή του φιμώνει...
Κι ενώ περπατώ με κάποιες ερωτήσεις μου
Μπλέκω με στίχο ανελλιπώς τις απαντήσεις μου
Σ’ ένα μονοπάτι που έχω και τις πέντε αισθήσεις μου κι άλλη μία, έξι...
Διώχνω μίζερους από το σπίτι μου
Οι τροχοί κυλάνε έχοντας κι άλλους δίπλα μου και πιάνω μάτια να μελετάνε την ντρίμπλα μου
Πλησίασα κοντά σε κάποιους κι άλλους απέφυγα
Ανοίχτηκα, αλήθεια μάγκες, τίποτα δεν έκρυβα
Κάτι χειραψίες αργότερα δεν τις ενέκρινα
Ξεκόλλησαν πανεύκολα κι από κοντά τους έφυγα...
Κι έχει καλώς, ο δρόμος πάντα συνεχίζεται
Η θέληση υπάρχει εφόσον πάντα κάτι χτίζεται
Υπάρχει χρώμα
Εφόσον χρωματίζεται η πόλη
Κρύβεται η βρώμα δεν τη διώξαμε ακόμα...
Κι όμως προχώρα, τόλμα
Έχω κολλήσει ώρα σ’ ένα χώρο μουσικής
Έξω είχε πιάσει μπόρα ήμουν
Βρεγμένος, λίγο ζαλισμένος και γεμάτος απαντήσεις...
Να βγαίνουν από το δικό μου στόμα
Hatemost, Φορτσάτος:
Ο δρόμος μου...
Ακόμα κι αν φαίνεται μακρινός
Κουράγιο μου...
Ακόμα δε χάθηκες ευτυχώς
Αλήθεια μου...
Βαθιά σε κρατώ σα να ‘σαι χρυσός
Μόνος μου οδηγός
Ακολουθώ σα να ‘μαι τυφλός
Ο δρόμος μου...
Ακόμα κι αν φαίνεται σκοτεινός
Κουράγιο μου...
Δε μ’ έχεις αφήσει, γίνεσαι φως
Αλήθεια μου...
Ο δρόμος τελειώνει, μένει απλά η θύμιση απ’ το ψέμα καθώς φτάνω την απόλυτη αφύπνιση