ΒΗΤΑ ΠΕΙΣ | VITA PEIS
Ακούτε Ραπ (Akoute Rap)
Hatemost:
Λοιπόν, καλημέρα στην εκπομπή
Βρίσκομαι στον αέρα, κάποιοι μ’ ακούν τώρα σωστά, ναι
Ακούστε συναισθήματα μεταμεσονύχτια γιατί δεν κοιμάμαι
Είμαι απ’ τις οχτώ φαντασίες που τραγουδάνε
Το τηλέφωνο μου ανοιχτό
Τη φωνή μου ακούω απ’ το ράδιο να βαδίζει σ’ ένα ρυθμό
Χαιρετίσματα στο ζωντανό πληθυσμό, ειν’ ο Hatemost
Ανήθικα χτυπήματα, δόσεις πάθους συνεχώς
Μες από συχνότητες, δηλώνω παρών
Ενεργό μέλος, απόγονος ραψωδών
Γενικά ποτέ κρεμασμένος, θαμμένος, τσέκαρε το ον
Ενέργεια μοιράζω αλλά υποβιβάζω, μ’ ακούς, οπαδούς καθιστικών

Άσαρκος:
ΒΠ οχτάδυμα, είμαι ο και λέγομαι Φονικό Μηχάνημα
Επίθεση πάντα γιατί, γιατί;
Γιατί είναι η καλύτερη άμυνα
Ποιος μαχητής, καθένας μοιάζει μαθητής
Προσεύχεται ο διάβολος για μένα, είμαι σατανιστής, λένε τα βλαμμένα
Σηκώνω κεφάλι φεγγάρι να δω
Το γκρίζο κρύβει τον ουρανό και κάνω σπαθί μου την πένα
Βλέπω μυαλά χαμένα, χωμένα σε τάφο θαμμένα βαθιά και πεθαμένα νεκρά

Hatemost:
Πάλι Hatemost, θα μιλήσω για την γκριζούπολη που ονομάζεται Αθήνα
Πολυκατοικίες αυτοκίνητα, δρόμοι και πολλά ναρκωτικά
Καταστήματα, εμπορικά, καφετέριες
Νυχτερινά μαγαζιά, βλέπω ατέλειες
Μα εγώ υπάρχω, ζω στην Αθήνα
Ελλάδα, γράφω και πλάθω σενάρια
Γεμίζω τετράδια, practice για να πράττω έτσι
Βάδην στην πόλη, ζωντανός όταν ο ήλιος πέφτει
Ζωντανός όταν ο ήλιος πέφτει
Άσαρκος:
Είστε πελάτες, μα δε σας βλέπω σαν πελάτες
Όλοι θέλετε μικρόφωνα ρε βλάκες
Και τι να πείτε ζητάτε;
Ότι γαμάτε;
Κι ότι στη φάση κυβερνάτε;
Γι’ αυτό σας βλέπω σαν ανταγωνιστές
Πολυτελείας πουτάνες, εμπορικές, και θέλω μάχες
Άσε που κάποιοι την είδανε ποιητές, πολεμιστές, που αντί για όπλα έχουν αυταπάτες
Θα δεις καρδιές να σπάνε σε μαγαζιά που πάμε
Εδώ μιλάνε μυαλά με ψυχές, όταν μιλάμε, σκάσε
Βρες άλλο αντίπαλο και τάφο σκάψε γιατί εδώ
Δεν παίζει να κερδίζεις το μουσικό διάβολο που βάζει φίμωτρα και δίνει ρυθμό...
Που βάζει φίμωτρα και δίνει ρυθμό

Hatemost:
Πάλι Hatemost, θα δώσει άλλη όψη
Θα μιλήσει για το μίσος που την αγάπη έχει προδώσει
Μίσος ίσον ζήλια, κάντε κάτι
Κάτι να δώσει στο λαό που βλέπω έχει καλομάθει στην πτώση
Τα λεφτά, ο εγωισμός
Κάνουν την αγνή σκέψη να χάνεται και γίνεται ο φίλος αυτόματα εχθρός
Πολιτισμός σάπιος, νεκρός
Δολοφόνοι συστηματικά βγάζουν το άτομο σου εκτός
Βγαίνεις λάθος, τυφλωμένος, μάλλον πεθαμένος
Μένω βέρος αντιδραστικός νέος εικοσάχρονος στο μίσος
Αντίπαλος στον πόλεμο της δόξας σαφώς
Αρκούμαι σ’ αυτά που έχω, με βλέπεις
Χτίζω συνεχώς με αγάπη, ελπίδα, κατεύθυνση προς το φως, ναι...
Με αγάπη, ελπίδα, κατεύθυνση προς το φως, ναι
Άσαρκος:
Κάπου κάπου, πετάω φωτιές λες κι έχω το στόμα του δράκου
Ο πλανητάρχης ένας φασίστας, άκου
Γάγγραινα που εξαπλώνεται το σύστημα του μοιάζει και με τρομάζει
Κοντά του ο θάνατος να τον πάει ταξίδι αφού θάνατο πάντα μοιράζει
Το βλέπει παιχνίδι να κλέβει ζωές για μαύρο χρυσό
Καρδιές, αθώες κραυγές ν’ ακούω σιχάθηκα, ανάθεμα, τρελάθηκα
Που κάπως το δέρμα κάποιων κρύβει τη σβάστικα, υπάρχεις;
Θέλεις να σκεφτείς και να αντιδράσεις
Ή θέλεις να χωθείς σε μαγαζιά και πάλι με ναρκωτικά να διασκεδάσεις
Και να με κράζεις
Που δε σε εκφράζω με τη μουσική που κάνω
Δεν αλλάζω και δεν αλλάζεις
Μα δεν τα χάνω, δε με πιάνεις
“εγώ σε πιάνω”, μάγκα με πιάνεις