Dof Twogee (GRC)
To Mπαϊράμι (To Bairami)
[Verse 1]
Ήμασταν κάποτε αθώοι, γελούσαμε πολύ...
Τώρα ξενοι μεταξύ μας κι έχουμε βολευτεί
Η χειρότερη μορφή, βίας, είναι ψυχρή...
Τη λένε αποξένωση και ντύνεται στα γκρι
Ένα περιστέρι στο μπαλκόνι μου νεκρό...
Μια βίβλος που δεν άνοιξα απ' το δημοτικό...
Δύο στίχοι που σημείωσα σ' ένα λογαριασμό
Κι ένα βρόμικο τραπέζι με χθεσινό φαγητό...
Η καθημερινότητα μπορεί να σ' αρρωστήσει
Χνότο που βρωμάει από άσχημο μεθύσι
Κι αν τα μούτρα μου, πλέον, είναι λίγο γερασμένα
Δε χαρίζεται ο πούστης ο καιρός σε κανέναν
Είδα τον πιο μεγάλο φόβο μου να λέν' μοναξιά
Κάτι μου λέει πως θα τον συναντήσω ξανά
Ίσως αν δώσει ο Θεός και ζήσουμε γηρατειά
Να βγούμε λάθος και να 'χουμε έναν άνθρωπο κοντά
Έχω κάνει παρέα, νύχτες και νύχτες
Με την ώρα του staff και τις τύψεις, μπήκες;
Ένα ψιλικατζίδικο μ' ένα τραπέζι απ' έξω
Γέλια των χάμενων κάθε μέρα για ν' αντέξω
Βγάζαμε τα καλοκαίρια καθισμένοι στο κασόνι
Καύσωνας και Copa America στην οθόνη
Δε χρειάζεσαι πολλά για να 'χεις τα πάντα
Λέμε για παρηγοριά με πατημένα τα 30
[Chorus]
Κακές επιλογές, αρπακόλλα δουλειές
Θα γίνουμε ανάμνηση μιά μέρα σαν και εχθές
Ψήλωσε ο σπόρος, θα φτάσει το ταβάνι
Μα κάθε μέρα κάνει με τον νου του μπαϊράμι
Πρώτα ονειρεύεσαι, μετά πεθαίνεις
Αν είσαι τυχερός, κάπου στη μέση ξαποστάινεις
Κακές επιλογές, αρπακόλλα δουλειές
Θα γίνουμε ιστορία μία μέρα σαν κι εχθές

[Verse 2]
Όποιος νευριάζει εύκολα, παλεύει μόνος
Κι είναι κουραστικός αυτός ο πούστης δρόμος
Τις περισσότερες φορές τον περπατάς μονάχος
Παίζοντας με τα κέρματα στην τσέπη σου απ' το άγχος
Τους ανήκει το τραπέζι που τρώμε από άκρη σε άκρη
Κατάσαρκα στο δέρμα τους χρυσάφι, χρυσάφι
Γενάν' και τα κοκόρια τους, το έχουν πιάσει σωστά
Και πατάνε στα κεφάλια μας γιατί είναι σκυφτά
Έχω μέσα μου αχαλίνωτο ρεαλισμό
Και δε μ' έπεισε κανείς να τον κρατήσω κρυφό
Δεν έχω λύσεις, αν είχα θα ήμουν έξω από αυτά
Και δε γουστάρω ούτε εγώ να παίρνω μέρος στα κοινά
Με φοβάμαι γιατί δε με ενθουσιάζει τίποτα
Ακόμα και όποιον αγαπάω κοιτάω καχύποπτα
Μάλλον δεν αγάπησα ποτέ μου την ανάσα μου
Βρομούσε σαν τη μυρωδιά του βασάνου
Μόνο τον Ήλιο σέβομαι, τον κοιτάω κι ας καίγομαι, μα
Στα σκοτάδια θα με βρεις να περιφέρομαι
Η ξενιτιά μας πήρε φιλαράκια καλά
Και στο σπίτι έχει παραμιλητό ως αργά
Λέω «Τι να αγαπήσουμε και πού να το βρούμε;»
Το είχαμε και το αφήσαμε μία βραδιά
Κι άντε να εξηγήσουμε όταν συγχωρεθούμε
Γιατί ξυπνούσαμε κενοί τα πρωινά
[Chorus]
Κακές επιλογές, αρπακόλλα δουλειές
Θα γίνουμε ανάμνηση μιά μέρα σαν και εχθές
Ψήλωσε ο σπόρος, θα φτάσει το ταβάνι
Μα κάθε μέρα κάνει με τον νου του μπαϊράμι
Πρώτα ονειρεύεσαι, μετά πεθαίνεις
Αν είσαι τυχερός, κάπου στη μέση ξαποστάινεις
Κακές επιλογές, αρπακόλλα δουλειές
Θα γίνουμε ιστορία μία μέρα σαν κι εχθές